χρησμολόγοι

χρησμολόγοι
χρησμολόγος
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Сивилла — (Σίβυλλα, Sibylla) и сивиллины книги (libri Sibyllini). Сивиллами в древней Греции назывались странствующие пророчицы, которые, подобно гомеровским гадателям, предлагали всякому желающему угадывать будущее и предсказывать судьбу. Как и бакиды,… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • PRYTANEUM — placet hîc adscribere Etymologici magni verba, quae sunt: Τόπος ἦν παῤ Α᾿θηναίοις, εν ῳ κοιναὶ σιτήσεις τοῖς δημοσίοις ἐυεργέταις ἐδίδοντο, ὅθεν καὶ Πρυτανεῖον ἐκαλεῖτο, ὁιονεὶ πυροταμεῖον. Πυρὸς γὰρ ὁ σῖτος: τουτέςτι τοῦ σίτου δημοσίου ταμεῖον.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • λόγιο(ν) — το (AM λόγιον) λόγος, φράση, γνωμικό, ρητό, απόφθεγμα (μσν. αρχ.) 1. το μαντικό επιστήθιο που φορούσαν οι Εβραίοι αρχιερείς, λογείον 2. φρ. «λόγια Κυρίου» ή «λόγια Θεοῡ» ή «θεῑα λόγια» ή, απλώς, «λόγια» ρητά που αποδίδονται στον Θεό ή στον Ιησού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”